Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Πολύ ταρίφας για να πεθάνει (επεισόδιο 2: σχιστομάτικη κατάρα)

Ήταν Καθαρά Δευτέρα, οπότε ο Σούλης παρέλαβε φρεσκοπλυμένο τον κιτρινιάρη έρωτα της ζωής του από το πλυντήριο αυτοκινήτων, εξ'ού η διάθεση του ήταν κάτι παραπάνω από high, αφού ο προαναφερθέντας Καλύτερος Ταρίφας για το 1957 μπορούσε πλέον να φωνάζει "high στο διάολο" στο φανάρι μέσα από τα αστραφτερά τζάμια της ταριfiat αμαξάρας του. Η συνέχεια, όμως, έμελλε να βγάλει άκυρη ακόμη την κούτα με τα zanax που ο Σούλης συνήθιζε να κουμπώνει τα πρωινά στη δουλειά.

Όπως προείπαμε, ο Σούλαρος δεν υπήρξε πρότυπο ψυχραιμίας, αλλά ένας ρηξικέλευθης φύσεως μαλάκας, ξεχειλισμένος από τσατίλα και διάθεση για άνευ αιτίας μπινελίκι. Ίσως έφταιγε η πίεση της δουλειάς, ίσως και η εν τη γεννέσει ανεβασμένη του πίεση. Μην ξεχνάμε οτι ο Σούλης είχε πίσω του και μια οικογένεια την οποία υπεραγαπούσε σχεδόν όσο και το ταξί του τις Παρασκευές, τις οποίες θεωρούσε αργίες και απέφευγε να τους σπάει στο ξύλο. Βέβαια, δεν είχε και άδικο..δυό δουλείες έκανε για να τους έχει στα ώπα κι εκείνοι τον έγραφαν στα αρχίδια του παππού. Γιατί ξέχασα να σας πω πως τα βράδια που ο Σούλης δεν κατέβαζε ιδεές για απάτες με το ταξίμετρο, κατέβαζε τα παντελόνια του στην πλατεία Μαβίλης για να βγάλει τουλάχιστον τις βενζίνες, όταν έπεφταν αναδουλειές.

Όμως για να μην φλυαρώ και μου καεί το φαγητό, ας μπώ στο ζουμί.
Τρίτη μεσημέρι κι ο Σούλης επιστρέφει στο σπίτι να βάλει μια μπουκιά στο στόμα του και να πιάσει κανένα συζυγικό κώλο, για να επιστρέψει στο καθημερινό του μόχθο, που πλέον είχε μετατραπεί σε πάθος χειρότερο κι από τον τζόγο. "Γυναίκα, τί διάολο θα φάμε γαμώ το μουνί της πάπιας;", ρωτά, "Παρήγγειλα κινέζικο" απάντησε η σύζυγος (αλβανικά:το τσίζυγκο) με μια αδιαφορία που έκανε τον Σούλη έξω φρενών, ειδικά όταν παρατήρησε πως η γυναίκα του τον τάιζε παπάρια σχιστομάτηδων επειδή παρακολουθούσε μια μαλακισμένη σαπουνόπερα στην τηλεόραση και το χειρότερο; Επρόκειτο περί ΚΙΝΕΖΙΚΗΣ ΣΑΠΟΥΝΟΠΕΡΑΣ υπό τον τίτλο: "Που Τσου: ο γόης των ζουμπάδων"

Δεν φτάνει που τους έτρωγε στη μάπα στις κούρσες, ήταν τώρα αναγκασμένος να τους βλέπει και στο σπίτι του τους γαμημένους τους Κινέζους. "Εσύ ρε μούλε χοντρέ δεν μιλάς;", ρώτησε πληθωρικός από πατρική στοργή τον γούδακλα υιό του, που όμως είχε χαζέψει με ένα συλλεκτικό ατάρι, αποκύημα της καταραμένης κινέζικης τεχνολογίας.

Ο Σούλης πέταξε το κωλοφαγητό τους από το παράθυρο, τους σκυλόβρισε για να μην αφήσει απωθημένα κι είχε να κοινωνήσει την Κυριακή και χτύπησε την πόρτα πίσω του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: