Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Ο Σάιμον ένας

Ο Σάιμον δούλεψε
σκληρά για να λαξεύσει
το μέλλον και το μέταλλο
και κάπου για να γεννήσει
μια καταστροφή ολότελα πραγματική.

Ο Σάιμον νόμιζε λοιπόν
πως δεν τα κατάφερε
αφού τα κάγκελα είχαν σκουριάσει
του 'λεγα θα 'ρθουνε μέρες με ήλιο
και σιτάρι για θέρισμα,
θα 'ρθουνε μέρες να κυληστούμε σαν τα παιδιά.
Μα ο Σάιμον κοιτούσε τα χέρια του
κι έβλεπε μόνο σκουριά
που του θόλωνε
στη παλάμη τη γραμμή της ζωής.

Μια μέρα ο Σάιμον
μου πέταξε στα πόδια το κλειδί
κι είπε "φεύγω".
Δούλεψε σκληρά
για να λαξεύσει της φυγής μας το πέταλο
μα δεν ήρθε.

Φέυγοντας έδεσε στον ώμο τους κόπους του
κι ανέβηκε πέρα απ' τους λόφους το βουνό
τάχα για να προσευχηθεί
κι όπως τραγούδαγε τη φυγή
έπεσε και γκρεμίστηκε
μα σαν κοιτούσε τα χέρια του
τί έβλεπε πέρα από τέλος
σκουριά του τα χάλαγε όλα
που ήταν ο μόχθος κι η έγνοια του
θα 'πρεπε να του 'χα πει
πως δεν βρίσκει δρόμο ούτε με πτώσεις πλαστές
η ανακούφιση