Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

Περίσσια..

Σιωπές αμέτρητες τις ώρες που πληγώνουν. Βήματα αμέτρητα πάντα έξω από την πόρτα.
Τις ουσιώδεις στιγμές τα λόγια περισσεύουν. Χάσαμε την επικοινωνία. Χάσαμε τον θάνατο. Χάσαμε την αιωνιότητα κάπου μέσα στο δίχτυ της επανάληψης. Όλα τούτα εύχομαι να τα 'χα κάποτε πει χωρίς λόγια. Οι λέξεις αποβαίνουν πάντοτε στενές σαν κορσές που δεν αφήνει τις αναπνοές. Ο εξαγνισμός της βροχής χάθηκε. Χτυπάει βουβά τώρα στα πεζοδρόμια. Χτυπάει βουβά τώρα στις σκληρές πόρτες. Γερνάω. Με σαπίζει ο χρόνος και μαλακώνω. Λέω "Καλημέρα" και φοβάμαι την ημέρα που θα λείψει. Λέω θα φύγω και φοβάμαι κάποιον τυφώνα που θα σπεύσει στο διάβα μου να καταπιεί τις αναμνήσεις. Γερνάω. Μεγαλώνω και ρίχνω τα μάτια μου, μεγαλώνω και σωπαίνω με λέξεις περιττές. Γερνάω και κολακεύω. Γερνάω και αφήνω.

Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Με προσοχή στο βάδειν



Ψηλή, υπερήφανη,
Άγνωστη, λαμπρή κι ένδοξη,
βέβαιη, ηγετική
Ανάσα γρήγορη βουβή
Άγγιξα ένα μικρό λουλούδι με την άκρη των δαχτύλων μου
χωρίς να το ρημάξω
άγγιξα ενα σύννεφο
χωρίς να προσπέφτω από επιθυμία
για κάτι πιο απτό
Κάπως έτσι άγγιξα τη θέωση
για μια νύχτα μόνο.
Γινόμαστε όλοι μια στιγμή θεοί
για μια νύχτα μόνο, για μια φορά.
Έπειτα λείπουν οι δόξες και τ' αναθήματα
κι ο ύπνος ξοδεύεται στην ανάμνηση.
Άγγιξα, όμως, κι έφτασα.