Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

το αγρίμι

Για κάποιον λόγο, πάντως, σφίγγω τα δόντια όταν διαβάζω πάλι γράμματα ξεχασμένα.
Καίω τα δάχτυλά μου στη φωτιά. Ρυθμικά, μυστικιστικά. Φόβος.
Φόβος και έλεος.

Τα πνεύματα σιωπούσαν. Οι αυθεντίες έσβηναν αργά καθώς απομακρύνονταν από τις ιδεοληψίες τούτου του κόσμου κι εγώ έπρεπε να κάνω μια ποιήση πιο ανθρώπινη, μα με σταματούσαν πάντα τα αγρίμια του καιρού.

Τώρα.

Κάπου εδώ, φίλε, η πίστη στέρευε. Τα λόγια γίνονταν πιο πικρά, πιο μολυσμένα. Μιαρές κηλίδες σ' ένα αταίριαστο άσπρο. Κανείς δεν έμεινε άσπηλος από φθόνο. Φόβος.
Φόβος στερείται κάθαρσης.

Μαθαίνω να χάνω.