Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

κι αυτός

Κι αυτός που τίποτε δεν κατείχε, δεν είχε τίποτα να χάσει. Γι'αυτό ωφελεί να παραμένεις φτωχός. Μονάχα κρατούσε ένα ξύλινο προσωπείο κι απέφευγε τα γυάλινα, γιατί ήταν εύθραστα. Στην αρχή τα κρατούσε ενώπιον των λίγων, των στενόμυαλων, των μαλθακών του νου, των δειλών. Έπειτα πήραν τη μόνιμη θέση τους στο πρόσωπό του κι έμειναν. Στη γωνία του δωματίου η παγωμένη ανάσα ζεσταίνεται απ' τις σκέψεις. Από την άλλη ο νους νεκρός. Λες "τί να τα θέλω εκείνα τα απογεύματα; για ποιόν οργώνω τη σκέψη, για ποιόν το ρολόι, για ποιόν τα κλειδιά;". Παραδίδεσαι στον ύπνο, ο μόνος εύκαιρος, αρχικά, τελικά.

ή όπως θα έλεγε ο Σεφέρης :
" σιωπές αγαπημένες της σελήνης "